δακικός

δακικός
-ή, -ό (Α δακικός, -ή, -όν)
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στη Δακία
αρχ.
Δακικός, ο
τίτλος τον οποίο απέκτησαν διάφοροι Ρωμαίοι αυτοκράτορες (Τραϊανός, Μαξιμίνος, Μάξιμος κ.λπ.) από νίκες τους κατά τών Δακών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Ρουμανία — Κράτος της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Συνορεύει στα Β με την Ουκρανία, στα Δ με την Ουγγαρία και τη Σερβία, στα Ν με τη Βουλγαρία, ενώ στα Α βρέχεται από τη Μαύρη Θάλασσα.H Pουμανία ανήκει στην παραδουνάβια Eυρώπη κι εισχωρεί σαν σφήνα στο σλαβικό… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”